Αυτή η αναζήτηση των ηδέων του βίου και η αποφυγή των λυπηρών είναι, κατά τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή, η παντοτινή φροντίς του εμπαθούς ανθρώπου. Τον πλούσιο του Ευαγγελίου, ο οποίος εφρόντιζε πώς να εξασφαλίσει τους καρπούς των κτημάτων του για πολλά χρόνια, ο Σωτήρ τον ονόμασε άφρονα (Λουκ, 12:20). «Προσέχετε δε εαυτοίς, μας λέγει ο Σωτήρ, μήποτε βαρυνθώσιν υμών αι καρδίαι εν κραιπάλη και μέθη και μερίμναις βιωτικαίς» (Λουκ. 21:34).
Η ενασχόληση με τα εξωτερικά και πρόσκαιρα, αυτή η εμπαθής προσκόλλησις, είναι ενάντια στην πνευματική ζωή και μας απομακρύνει από τον Θεό. Ο Θεός είναι η μοναδική τελειότης και ο άνθρωπος δεν μπορεί να συναντήσει Αυτόν, παρά μόνον όταν επιστρέψει στον εαυτό του και δια μετανοίας και προσευχής ενωθεί μαζί Του στον εσώτερο οίκο της ψυχής του, διότι «η βασιλεία των ουρανών εντός υμών έστιν» (Λουκ. 17:21). Ενώ ο συνεχής περισπασμός με τα επίγεια μας βοηθεί να συναντώμεθα με τα πάθη και τον διάβολο, ο οποίος καταλύει τα πάντα και λέγεται «λεγεών».
Οι πνευματικοί Πατέρες πάντοτε μας παρακινούν να αποκτήσουμε προσπάθεια για όλα και η μόνη φροντίς που πρέπει να δεσπόζει και να μας κατευθύνει, λένε, να είναι ο φόβος της απολογίας μας κατά την Μέλλουσα Κρίσιν και ο πόθος για την σωτηρία μας.
Εάν η αργία κάνει ανενέργητη την χάριν στον άνθρωπο, η περιέργεια και η φροντίς για τα υλικά κάνουν τον άνθρωπο άχρηστο γι’ αυτό το πνευματικό έργο, εφ’ όσον τον οδηγούν στην αντίθετη από την σωτηρία οδό.
(«ΟΙ ΠΥΛΕΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ», Γέροντος Πετρωνίου Τάσε, σελ. 63,64)