Σεπτέμβριος - Οκτώβριος 2020
Μυστικοί Ασκητικοί Αγώνες (Οσίου Παϊσίου)
Η Επίσκεψη του Αγίου Αρσενίου
Ο Άγιος δεχόταν τους ανθρώπους με καλοσύνη και απλότητα. Τους άκουγε προσεκτικά με αφοσίωση και μεγάλη υπομονή. Δε μιλούσε σαν δάσκαλος, αλλά σαν αδελφός. Ήταν τέτοια η ταπείνωσή του, που συνήθως ξεκινούσε τις απαντήσεις του με το «μου λέγει ο λογισμός…» ή με το «νομίζω…». Έβαζε τους επισκέπτες να κάθονται σε ψηλότερο κάθισμα, ενώ δύσκολα επέτρεπε να του φιλήσουν το χέρι.
Είναι εντυπωσιακό αυτό που έλεγε στην Αδελφότητα της Σουρωτής, στις αγιασμένες αυτές υπάρξεις που μονάζουν με πνεύμα μετάνοιας: «Είμαι ένα κονσερβοκούτι που γυαλίζει στο φως του ήλιου και ο κόσμος το θεωρεί χρυσάφι». Έλεγε σε επισκέπτες του, σε μια παρέα νέων παιδιών που τον επισκέφτηκαν κάποτε: «Τι να σας πω βρε παιδιά, τι να σας πω; Τόσα χρόνια αγωνίζομαι να φθάσω στο μηδέν και δεν έφτασα ακόμη».
Στις 21 Φεβρουαρίου του 1971, ο Γέροντας καθόταν στην αυλή της καλύβης του και διάβαζε από το χειρόγραφο τον βίο του Αγίου Αρσενίου, που είχε ο ίδιος γράψει μετά από μεγάλη και ενδελεχή έρευνα που είχε κάνει. Γράφει λοιπόν, ο π. Παΐσιος: «Ήθελε δύο ώρες να βασιλέψει και ενώ διάβαζα, με επισκέφτηκε ο πατήρ Αρσένιος (ο άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης). Και όπως ο καθηγητής χαϊδεύει τον μαθητή του που έγραψε καλά το μάθημα, το ίδιο μου έκανε και αυτός. Παράλληλα με άφησε με μια ανέκφραστη γλυκύτητα και μία αγαλλίαση ουράνια στην καρδιά μου που ήταν αδύνατον να την αντέξω. Μετά έτρεχα έξω και γύρω από το καλύβι μου…Σαν τρελός, σαν σαλός, τον αναζητούσα, πιστεύοντας ότι θα τον βρω…».
(Μιλτιάδης Βιτάλης, «Μυστικοί, Ασκητικοί, Αγώνες» του Αγ. Παϊσίου, σελ. 142,143)