Μάιος - Ιούνιος 2021
Παιδική Γωνιά
Άλφα, Βήτα, Γάμα, Δέλτα…
Η Ελενίτσα είχε μάθει το αλφάβητο στο σχολείο και ήταν πολύ χαρούμενη. Οι γονείς της ήταν πιστοί Χριστιανοί και συχνά της διάβαζαν όμορφες ιστορίες από την Αγία Γραφή.
Ιδιαίτερα της άρεσε η ιστορία του Δανιήλ, ο οποίος, όταν τον έριξαν στο λάκκο με τα λιοντάρια, προσευχήθηκε στον Θεό κι έτσι τα λιοντάρια δεν τον έφαγαν, αλλά ξάπλωσαν ήσυχα κοντά του.
Ένα πρωινό η Ελενίτσα πήγαινε στο σχολείο. Η μαμά της την έντυσε καλά και της έβαλε ένα όμορφο καπελάκι, που της άρεσε πολύ. Έξω φυσούσε πολύ δυνατά. Καθώς προχωρούσε, έφτασε κοντά στο γήπεδο του χωριού, αλλά εκείνη την ώρα ένα δυνατό φύσημα του αέρα πήρε ξαφνικά το καπέλο της και το πέταξε πίσω από τον ψηλό τοίχο του γηπέδου. Τώρα, τι θα έκανε; Θυμήθηκε την προσευχή του Δανιήλ, που τον άκουσε ο Θεός και τον βοήθησε. Μα αυτή δεν ήξερε να προσεύχεται.
Ξαφνικά, σταύρωσε τα χεράκια της κι άρχισε να λέει το Άλφα, Βήτα, Γάμα, Δέλτα… Ενώ η Ελενίτσα έλεγε το αλφάβητο, κάποιος από το δρόμο που παραξενεύτηκε όταν την άκουσε, την πλησίασε και τη ρώτησε τι κάνει μέσα στο κρύο.
– Προσεύχομαι, κύριε, απάντησε η Ελενίτσα.
– Μα εσύ δεν προσεύχεσαι, της απάντησε, λες το Άλφα, Βήτα.
– Ναι, κύριε, μα επειδή δεν ξέρω να προσεύχομαι, λέω στον Θεό τα γράμματα κι Αυτός που ξέρει, θα τα ενώσει και θα καταλάβει τι θέλω.
– Και τι θέλεις από τον Θεό; ξαναρώτησε ο κύριος.
– Να, κύριε, ο αέρας πήρε το καπέλο μου πίσω από τον τοίχο και ζητάω να μου το φέρει πίσω.
Τότε ο άγνωστος κύριος πήδησε τον τοίχο και σε λίγο της έδωσε το καπέλο λέγοντας:
– Μικρή μου, άλλη φορά να ζητάς βοήθεια από ανθρώπους, γιατί ο Θεός δεν ακούει προσευχές σαν τη δική σου.
Η Ελενίτσα, αφού τον ευχαρίστησε, του απάντησε:
– Αν δεν άκουγε, όμως, την προσευχή μου, δεν θα έστελνε εσάς να μου δώσετε το καπελάκι μου.
Και συνέχισε το δρόμο της.
Ο Θεός, παιδιά, ακούει και απαντά στις προσευχές μας, όταν είναι απλές και ειλικρινείς.
Εσύ που διάβασες την ιστορία μας, προσεύχεσαι άραγε;
Μάρτιος - Απρίλιος 2021
Το Πάθημα Του Θύμιου
Ο Θύμιος ήταν ένα όμορφο και χαριτωμένο αγόρι. Είχε ωραία χαρακτηριστικά και ήταν αρκετά ψηλός για την ηλικία του. Αγαπούσε πολύ το παιχνίδι. Οι ώρες που ξόδευε για να ικανοποιήσει τον εαυτό του παίζοντας στην αυλή με τα χώματα, τη γάτα ή το πρόβατο ήταν πάρα πολλές. Τα μαθήματά του «τα φόρτωνε στον κόκορα». Κάθε φορά που τον φώναζε η μητέρα του να έρθει στο σπίτι για να διαβάσει ή να κάνει κάποια δουλειά, η απάντηση του Θύμιου ήταν: «Μια στιγμή, μαμά».
Έτσι λοιπόν, μια μέρα, ενώ ο Θύμιος έπαιζε στην αυλή, σκαρφάλωσε πάνω σ’ ένα δέντρο. Από εκεί ψηλά κοιτούσε πόσο όμορφη είναι η φύση γύρω του. Ξαφνικά όμως, βλέπει σταματημένο σε μια γωνιά του δρόμου τον παγωτατζή, περιτριγυρισμένο από παιδάκια.
Ο Θύμιος βιαστικά - βιαστικά αρχίζει να κατεβαίνει από το δέντρο. Πάνω στη βιασύνη του να κατεβεί γρήγορα - γρήγορα, το πουκάμισό του γαντζώθηκε στα κλαδιά. Μη μπορώντας λοιπόν να ελευθερωθεί, φωνάζει τη μητέρα του.
Αυτή, χωρίς να βιάζεται του απαντά:
«Μια στιγμή, Θύμιε».
- Καλέ μαμά, έλα γρήγορα σε παρακαλώ.
- Μια στιγμή, Θύμιε.
Έτσι, η μαμά, για να αποδείξει στον Θύμιο πόσο άσχημο είναι όταν δεν υπακούει αμέσως, άργησε να τον βοηθήσει να ξεμπλέξει από τα κλαδιά, με αποτέλεσμα να φύγει ο παγωτατζής.
Έκλαψε ο Θύμιος και στενοχωρήθηκε, αλλά η καλή του η μητέρα που αγαπούσε τον Θεό και ήθελε να διδάξει τα πράγματα του Θεού στο γιο της, αγκάλιασε τον Θύμιο και τον φίλησε στοργικά. Του εξήγησε ότι αυτό συνέβη για να καταλάβει κι εκείνος πόσο σημαντικό είναι να είμαστε υπάκουοι στους γονείς μας και στον Θεό.
Ο Θύμιος κατάλαβε και προσευχήθηκε στον Θεό να τον συγχωρήσει και να τον βοηθήσει να αλλάξει. Άφησε την ανυπακοή και την τεμπελιά και έγινε χαρούμενος, υπάκουος κι εργατικός.
Αν θέλεις να προκόψεις στη ζωή σου, μπορείς να ζητήσεις από τον Χριστό να έρθει στην καρδιά σου και να κάνει κι εσένα ένα τέτοιο παιδί.
Ιανουάριος - Φεβρουάριος 2021
Ο Θεός Ακούει Τις Προσευχές Των Παιδιών
Ο θείος Θωμάς ήταν άρρωστος. Υπέφερε από μια πολύ άσχημη ασθένεια. Πολλές φορές έπεφτε στο πάτωμα αναίσθητος. Είχε επιληψία.
Μια μέρα, ο θείος Θωμάς έμεινε στο σπίτι για κάτι δουλειές. Ξαφνικά χτύπησε το κουδούνι της πόρτας και, πριν προλάβει καλά-καλά ν’ ανοίξει, μπήκαν μέσα χαρούμενα τ’ ανίψια του, ο Αντώνης και η Ελενίτσα. Ο θείος Θωμάς αγαπούσε πολύ τον Αντώνη και την Ελενίτσα και έτσι πέρασαν πολύ ευχάριστα λίγες ώρες μαζί.
Ξαφνικά, ο θείος Θωμάς ένιωσε άσχημα και έπεσε αναίσθητος στο πάτωμα. Η Ελενίτσα όμως και ο Αντώνης δεν τρόμαξαν, γιατί πολλές φορές είχαν δει τον αγαπημένο τους θείο σ’ αυτή την κατάσταση. Τα παιδάκια είχαν διαβάσει στην Αγία Γραφή ότι ο Χριστός θεράπευε όσους πήγαιναν κοντά Του κι ότι ο Θεός ακούει τις προσευχές των παιδιών Του. Έτσι, τα παιδιά ύψωσαν τη φωνή τους στον Θεό και προσευχήθηκαν με πίστη στον Χριστό να θεραπεύσει το θείο τους.
Ξέρετε παιδιά ποιο ήταν το αποτέλεσμα της προσευχής; Ο θείος Θωμάς ποτέ πια δεν αρρώστησε από τότε. Ο Θεός τον θεράπευσε τέλεια και οριστικά. Ο Θεός άκουσε την προσευχή του Αντώνη και της Ελενίτσας, όπως ακούει τις προσευχές όλων των παιδιών Του.
Όσοι πιστεύουν στον Ιησού Χριστό έχουν το δικαίωμα, αλλά και την υποχρέωση απ’ την αγάπη τους, να προσεύχονται, ζητώντας από τον Θεό την επέμβασή Του σε δύσκολες καταστάσεις. Εκείνος πάντα είναι έτοιμος να μας ακούσει και να απαντήσει στην προσευχή μας.
Νοέμβριος - Δεκέμβριος 2020
Χριστούγεννα στη Φυλακή
Πριν από χρόνια, διηγείται ένας ιεροκήρυκας, με κάλεσαν για να κηρύξω στις κρατικές φυλακές. Απ’ όλους τους φυλακισμένους ξεχώριζε κάποιος εξαιτίας της φοβερής του μορφής. Μετά το τέλος του κηρύγματος, με πλησίασε ο Διευθυντής των φυλακών και άρχισε να μου διηγείται την ιστορία αυτού του ανθρώπου:
«Πριν έξι χρόνια, αναγκάστηκα να περάσω την παραμονή των Χριστουγέννων στο γραφείο μου. Την άλλη μέρα, το πρωί των Χριστουγέννων, είχα ξεκινήσει για το σπίτι μου, βγήκα απ’ τη φυλακή και κατάλαβα ότι κάποιος με ακολουθούσε. Γύρισα και είδα ένα κοριτσάκι, που κρατούσε ένα δέμα. Το ρώτησα τι ήθελε και μου απάντησε πως ήθελε να δει τον πατέρα της. Στην αρχή αρνήθηκα, αλλά το βλέμμα της με συγκίνησε. Γυρίσαμε στη φυλακή και διέταξα το φύλακα να φέρει τον κατάδικο. Μόλις ο κατάδικος είδε το παιδί του, θύμωσε. Τότε η Νέλλη, το κοριτσάκι, άνοιξε το δέμα, έβγαλε μια μπούκλα από ξανθά μαλλιά και την έδωσε στον πατέρα της. Ήταν του μικρού της αδελφού, του Τζίμη, που είχε πεθάνει πριν από λίγες μέρες. Ο κατάδικος πατέρας ξέσπασε σε λυγμούς.»
Σκέφτηκες ποτέ, πόσο όμορφα είναι που ο πατέρας σου βρίσκεται κάθε μέρα κοντά σου ιδιαίτερα αυτές τις μέρες των Χριστουγέννων; Πώς θα αισθανόσουν αν βρισκόταν στη φυλακή;
Αισθάνεσαι ευγνωμοσύνη στον Θεό γι’ αυτούς; Τους ευχαριστείς με τα λόγια σου, την υπακοή σου και με την πρόοδό σου στο σχολείο;
Αν όχι, να θυμάσαι τη Νέλλη και όλα τα παιδιά που τυχόν βρίσκονται στη θέση της. Να θυμάσαι αυτούς που βρίσκονται στη φυλακή, μακριά από τους αγαπημένους τους, με την καρδιά τους γεμάτη πίκρα, μίσος, θυμό και απόγνωση. Να θυμάσαι ακόμη πως ο Θεός μπορεί να σώσει ακόμη και τους πιο αμαρτωλούς ανθρώπους και να τους οδηγήσει σε μια ευτυχισμένη ζωή.
Σεπτέμβριος - Οκτώβριος 2020
Η Ευγένεια Ανταμείβεται
Στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, στη Γερμανία, όπου υπήρχε μεγάλη πείνα, κάποιος πλούσιος κύριος κάλεσε είκοσι πέντε φτωχά παιδιά για να τους δώσει ψωμί. Είπε στα παιδιά να έρχονται κάθε πρωί και στο καθένα θα έδινε από ένα καρβέλι, μέχρι να τελειώσει ο πόλεμος. Κάθε πρωί τα παιδιά αλληλοσπρώχνονταν μπροστά στην πόρτα του πλούσιου για να πάρουν το ψωμί. Όλα ήθελαν να πάρουν το μεγαλύτερο καρβέλι, εκτός από ένα μικρό κοριτσάκι, που ήταν και το μοναδικό παιδί, που στο τέλος έλεγε «ευχαριστώ». Την έλεγαν Φρίντα και, χωρίς να σπρώχνει, περίμενε με ευγένεια να έρθει η σειρά της.
Παρόλο που αυτό ήταν η αιτία να παίρνει κάθε μέρα το μικρότερο καρβέλι, η Φρίντα φεύγοντας πάντα ευχαριστούσε τον πλούσιο κύριο. Μια μέρα, η Φρίντα γύρισε όπως συνήθως με το ψωμί στο σπίτι. Η μητέρα της έκοψε το ψωμί και, με μεγάλη έκπληξη, είδε να πέφτουν από το ψωμί νομίσματα.
«Φρίντα μου», είπε η μητέρα, «πάρε αυτά τα χρήματα, πήγαινε να τα δώσεις στον γενναιόδωρο κύριο και πες του πως κατά λάθος πήρες το ψωμί». Αμέσως η Φρίντα έβαλε το παλτό της και έτρεξε να εξηγήσει στον κύριο πώς βρήκε τα χρήματα.
Ο καλός κύριος της είπε: «Όχι, παιδί μου, δεν έγινε κανένα λάθος. Επίτηδες έβαλα αυτά τα χρήματα μέσα στο ψωμί για να σε ανταμείψω για την ευγένειά σου. Να θυμάσαι πάντα ότι, εκείνος που είναι αυτάρκης και προτιμά τα μικρά πράγματα, θα βρει τις μεγαλύτερες ευλογίες».
Να θυμόμαστε, λοιπόν, παιδιά, πως η ευγένεια ανταμείβεται και πως από μικροί πρέπει να καλλιεργούμε μέσα μας αρετές, όπως αυτή, που θα μας βοηθήσουν να γίνουμε σωστοί άνθρωποι και θα μαρτυρούμε με τη ζωή μας πως είμαστε παιδιά του Θεού.